Κυριακή 15 Μαρτίου 2009

Το τρένο φεύγει στις επτά

Δεν ήταν ό,τι καλύτερο αυτή η περίοδος που περνούσε. Όσο και αν σκεφτόταν, δεν θυμόταν πιο χάλια κατάσταση στη ζωή του. Η μητέρα του ήταν άρρωστη στο κρεβάτι και μεγάλη σε ηλικία, εκείνος με το φάσμα της απόλυσης, μετρούσε κάθε μέρα απώλειες στη δουλειά και αγωνιούσε για το μέλλον, προσωπική ζωή μηδέν. Σκατά.

Μοναχογιός, παιδί ανατεθραμμένο με τρόπους και αξίες, έκανε τις σπουδές του, άρχισε να δουλεύει, πήγε στο στρατό μεγαλούτσικος ως προστάτης για το εξάμηνο και μετά επιστροφή στη πραγματικότητα. Η δουλειά τον περίμενε, η εταιρία που εργαζόταν ήταν εκεί και επέστρεψε το συντομότερο μετά το πέρας της θητείας, για να βρει εν μέσω οικονομικής κρίσης το κλίμα αλλαγμένο. Η αβεβαιότητα ήταν η μόνη αίσθηση που απεκόμιζε κάθε μέρα που έφτανε στο γραφείο. Οι εισαγωγές-εξαγωγές, λόγω της οικονικής κρίσης δεν πήγαιναν καλά και το αφεντικό ανακοίνωσε την περικοπή του προσωπικού μέχρι να δουν τι θα γίνει.

Ιδρώτας κρύος τον έκοβε, μιας και οι γονείς του συνταξιούχοι και γέροι πια, τον είχαν περισσότερο ανάγκη από ό,τι εκείνος και τα οικονομικά, ειδικά με την αρρώστεια της μάνας, δεν ήταν και στα καλύτερά τους. Σκεφτόταν τι θα κάνει, αν μια ωραία πρωϊα, ο προϊστάμενος του έλεγε "πέρασε από το λογιστήριο να πάρεις την αποζημίωσή σου". Μήπως έπρεπε να στείλει βιογραφικά αλλού, μήπως να τους προλάβει, σε περίπτωση που ο επόμενος στόχος ήταν εκείνος?

Στην άκρη του μυαλού του, όλον αυτόν τον καιρό που έλειπε όσο υπηρετούσε ήταν μια κοπέλα, φίλη του. Γνωρίζονταν καιρό, μα όταν εκείνος έμενε μόνος του και έκανε τις σκοπιές του στο στρατόπεδο, εκείνη είχε στη σκέψη του, μέχρι που σε μια άδειά του της το εκμυστηρεύτηκε. Την αγκάλιασε στοργικά και την αποκάλεσε "το κορίτσι του". Η φίλη του ήταν αρκετά χρόνια μεγαλύτερή του, θα μπορούσε να τον έχει και μικρό της αδελφό και γι' αυτό ξαφνιάστηκε από την εκδήλωση της τρυφερότητάς του προς εκείνη.

Ναι, ήταν γλυκός άνθρωπος ο συγκεκριμένος, ευγενικός νεαρός άνδρας μα και παιδί ταυτόχρονα, δεν ήταν ο άνδρας που θα την διεκδικούσε, περισσότερο ήταν το νιόβγαλτο αμούστακο αγόρι που μια πεπειραμένη γυναίκα θα τον μυηούσε στα μυστικά του έρωτα. Εκείνη, είχε τα δικά της μέτωπα ανοιχτά. Είχε τσιμπηθεί με έναν συνομιληκό της σαραντάρη που την είχε απορρίψει και εκείνη επούλωνε τις πληγές της από τη σύντομη μα επώδυνη, επαφή τους. Παράλληλα όμως διαισθανόταν πως η μητέρα του θα είχε αντιρρήσεις σε περίπτωση που τυχόν θα έκαναν σχέση. Ο νεαρός της είχε κάποτε πει πως η μητέρα του επιθυμούσε να παντρευτεί κάποια "της ηλικίας του" και αυτό την είχε αποτρέψει από το να κάνει όνειρα για εκείνον από τότε που είχαν κατ΄αρχήν γνωριστεί.

Και να που τότε βρέθηκε μπροστά της ο παλιός της φίλος να την φλερτάρει και θυμήθηκε πως κάποτε της άρεσε σαν άνδρας, μα η φλόγα είχε πια περάσει μέσα της, μέσα σε έναν έρωτα χωρίς αύριο. Του είπε πως θα τον περίμενε να τελειώσει με το στρατιώτικό του λίγους μήνες αργότερα και περιέπεσε σε μια περίοδο αποχής από λοιπές ερωτικές περιπέτειες. Εκείνος στη παραμεθόριο και εκείνη πίσω στη πόλη, βίοι παράλληλοι, μέχρι που συναντιόνταν. Μια γυναίκα στην ηλικία της, δεν αρκούταν μόνο στον καφέ και στη βόλτα, ήθελε περισσότερα από εκείνον, της άρεσε και ήθελε να γίνει ο εραστής της, μα δεν του έλεγε τίποτε μιας και τον έβλεπε να μην κάνει καμμία κίνηση προς αυτήν την κατεύθυνση όποτε ήταν μαζί.

Μέσα της θύμωνε όμως, που περίμενε από εκείνον πράγματα που δεν μπορούσε να της προσφέρει. Κάποια στιγμή του έκανε μια σχετική συζήτηση και του είπε το τι έψαχνε από μια σχέση στη παρούσα φάση. Την κοίταξε με αμηχανία μάλλον και με ευγένεια της είπε πως δεν ήξερε τι να της απαντήσει. Δεν επέμεινε να της δώσει απάντηση, μα από τον τρόπο του κατάλαβε πως ήταν σε άλλο μήκος κύματος οι δυό τους.


Smiling and Waiving, image by www.aerotone.net

Και ο καιρός περνούσε μάλλον αδιάφορα μεταξύ τους. Εκείνη έβγαινε με τις παρέες της, εκείνος ερχόταν με άδεια εξόδου για λίγες μέρες ξανά και έφευγε για την υπηρεσία του. Η ευγενική του προσέγγιση πάντα υπήρχε μεταξύ τους, μα η καρδιά της δεν ανταποκρινόταν πια στο κάλεσμά του. Μάλλον είχε αρχίσει να ενοχλείται από το όλο σκηνικό και εκείνος δεν της έφταιγε σε τίποτα τελικά.

Όταν απολύθηκε ξαναγύρισε αμέσως στη δουλειά του, να μην χάσει το δικαίωμα της άδειάς του της κανονικής από κει και πέρα. Του έστειλε ένα μήνυμα "καλός πολίτης και ό,τι επιθυμείς στη ζωή σου από εδώ και μπρος" έλεγε το μήνυμα. "Συγνώμη χάθηκα γιατί είχα κάποιες δυσκολίες τελευταία, συνέχισε και δεν μπορούσα να επικοινωνήσω μαζί σου" του έγραφε στη συνέχεια. Εκείνος χάρηκε που έλαβε μήνυμά της μετά από σχεδόν δύο μήνες έλλειψης επικοινωνίας μεταξύ τους και της πρότεινε να βγουν στον ελεύθερο χρόνο της στην απάντησή του. Δεν του ανταπάντησε άμεσα, λίγες μέρες μετά του είπε πως κάτι νέο έχει προκύψει στη ζωή της και πως περιμένει να δει τι εξελίξεις θα προκύψουν από κει και πέρα στα προσωπικά της.

Δεν του κρατούσε κακία, ή έτρεφε για εκείνον κάποιο αρνητικό συναίσθημα, πέραν από την αμηχανία που την διακατείχε για την περίπτωσή του. Από την μια ήταν η μεγάλη διαφορά ηλικίας μεταξύ τους και η ερωτική του απειρία και από την άλλη, αυτό το "κάτι" που θα μπορούσε να πυροδοτήσει έναν έρωτα όμορφο, όπως ήταν αυτοί οι δύο άνθρωποι. Μα μάταια, αυτή η σπίθα δεν άναβε, ούτε εκείνη έκανε κάτι για ανάψει, όσο το σκεφτόταν. Μόνο αποτραβιόταν και περίμενε, μήπως ο καλός της φίλος, δώσει ένα δείγμα φλερτ στην επαφή τους, την διεκδικήσει σαν γυναίκα, που τόσο το είχε ανάγκη να το βιώσει σε μια σχέση από τη μεριά της.

Αναγκάστηκε να του πει ότι έχει προχωρήσει στη ζωή της, ότι πάει παρακάτω, έστω και αν η δική τους ιστορία, δεν πρόλαβε να ξεκινήσει καν σε προσωπικό επίπεδο. Τον αγαπούσε σαν φίλο, της έβγαζε μια παιδικότητα αυτός ο άνθρωπος ακόμα και σαν γυναίκα το εισέπραττε, μα δεν της αρκούσε μόνον αυτό, ούτε ο ρόλος του κυνηγού σε μια σχέση.
Εκείνος, μέσα του το είχε καταλάβει πως δεν έκανε τίποτα το ιδιαίτερο για να την έχει κοντά του και τον βόλευε που με μια καλή κουβέντα, εκείνη ανταποκρινόταν στις προσκλήσεις του για συναναστροφή.

Δεν μπορούσε να διανοηθεί ότι χρειαζόταν κάτι άλλο για να νιώθει καλά μαζί της. Θα μπορούσε βέβαια να αφήσει το ένστικτό του να τον οδηγήσει σε στιγμές πάθους μαζί της, μα όσο εκείνη δεν του άφηνε το περιθώριο, εκείνος καταπιεζόταν με τη σειρά του και δεν έπαιρνε πρωτοβουλία για περαιτέρω. Μπορεί να τον βόλευε κιόλας, όλα ήταν πιθανά. Το μόνο σίγουρο ήταν ότι του άρεσε, ίσως γιατί δεν ήταν επιθετική μαζί του, αυτό που της έδινε, της αρκούσε.

Το μήνυμά της για τις νέες προοπτικές στη ζωή της, ήλθε σαν κερασάκι στη τούρτα των δοκιμασιών που είχε να αντιμετωπίσει. Μέσα του ανακουφίστηκε κατά βάθος, μιας και δεν είχε καιρούς για έρωτες και δεσμεύσεις αυτήν την εποχή. Δεν του έφταναν τα δικά του είχε και τη φίλη του τη σαραντάρα να θέλει σχέσεις και άλλα τέτοια. Στεναχωρήθηκε όμως που τελικά εκείνη έκοψε τον ομφάλιο λώρο. Κάπου μέσα του ήλπιζε πως τα πράγματα θα πάνε καλύτερα στη δουλειά, η μητέρα του δεν θα αρρώσταινε συνέχεια και θα έπρεπε να την φροντίζει και πως εκείνη, θα τον αγαπούσε έτσι όπως ήταν, ο "παρθένος" τριαντάρης με τα καλά αισθήματα, ο γλυκούλης, ο άπειρος ερωτικά, ο εαυτός του.

Της ανταπέδωσε τις ευχές και σιώπησε. Κι εκείνη το ίδιο, γιατί ήξερε πως οι δρόμοι τους θα ξανάσμιγαν κάποτε, το πότε όμως ακόμα δεν το ήξερε. Μέσα της ευχόταν να τα καταφέρει να σταθεί στα πόδια του και εκείνη τον παρατηρούσε διακριτικά από απόσταση. Για την ώρα, έπρεπε ο καθένας τους να ακολουθήσει τον δικό του δρόμο στη ζωή...

Marialena, 22/2/2009

4 σχόλια:

  1. ω! μα γιατι η ζωη να μας σπρωχνει σε αλλες κατευθυνσεις? (μα, επειδη, απλα συνεχιζεται!)

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Ίσως, γιατί ρέει σαν το νερό στο ποτάμι και ό,τι και αν εμείς νομίζουμε κυλά αέναα, παρόλο που εμείς θεωρούμε ότι την "κρατάμε" για εμάς κάποιες στιγμές... ίσως γι' αυτό, αλλά γεγονός είναι ότι υπάρχουν φορές που θες να παγώσεις το χρόνο, να αιχμαλωτίσεις τη στιγμή και να πεις στον άλλον με όλο σου το είναι "Εδώ είμαι, γιατί δεν με βλέπεις" κι έπειτα το νεράκι συνεχίζει τη πορεία του, όπως πάντα...

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. τα προηγούμενα σχόλια μου γιατί δεν εμφανίστηκαν;;;;;;;;;!!!!

    τέλος παντων...έλα από το blog...ΣΕ έχω ιστοριούλα...;-)

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  4. Δεν ξέρω γιατί δεν εμφανίστηκαν τα σχόλια βρε Φρεσκούλη, λες να τα έφαγε η μαρμάγκα? χα,χα,χα...

    Θα έλθω, ευχαριστώ για την ενημέρωση. Φιλιά!

    ΑπάντησηΔιαγραφή