Και τότε η Μοίρα, η Ροή των Πραγμάτων, με φέρνει αντιμέτωπη
με αυτό που τόσα χρόνια περιμένεις και τόσα χρόνια στρέφεις τα μάτια αλλού,
γιατί η ζωή συνεχίζεται, γιατί η ζωή δεν μπορεί να μένει στο κάπως, κάπου,
κάποτε, αλλά κρατά μόνο τον απόηχο των συναισθημάτων που ένιωσες για τον άλλον,
εκείνη τη στιγμή, ως τον δικό σου προσωπικό σου θησαυρό.
Είδα μπροστά μου την εξομολόγηση ενός ανθρώπου για μια
γυναίκα που άγγιξε τη ψυχή του πριν φύγει σαν τον άνεμο από τη ζωή του. Είδα τη
γλύκα του έρωτα, τη συντριβή των προσδοκιών και την ευχή να είναι καλύτερα
χωρίς εκείνον στη ζωή της. Είδα το απέλπιδο σενάριο ότι η αγάπη όλα τα κατακτά,
έστω και για το απειροελάχιστο που τείνεις το χέρι και λες στον άλλον άνθρωπο
και να του ανοίγεις τη καρδιά σου, γιατί σε άγγιξε, σε ιντρίγκαρε, σε ώθησε να
συνδεθείς μαζί του εκεί που βρίσκεται το ιδανικό μέρος της ευτυχίας σου, έστω
και αν προδικάζεται η δυστυχία μέσα από τις επιλογές σου.
Κι έπειτα η φυγή, η ξέχωρη πορεία και αυτός που μένει πίσω
για να θυμάται, για να επιθυμεί, να μελαγχολεί και να ποθεί αυτό που αποτελεί το
μόνο της ψυχής του το απάγκιο…
Τον έζησα αυτόν τον έρωτα κάποτε, όσο τον άντεξα και όσο μου
δόθηκε η ευκαιρία, πριν ανοίξει τα φτερά του και πετάξει και εκείνος μακριά και
αυτή η εξομολόγηση ήρθε να με αφυπνίσει ξανά. Από το πρωί, προσπαθώ να μπω στη
σκέψη του, στην επανάληψη των «τυχαίων» αυτών
συμπεριφορών που οδηγούν πάντα στο ίδιο αποτέλεσμα. Τη φυγή, την εγκατάλειψη
και την αίσθηση του μοιραίου.
Θα πω ότι χαίρομαι που τον είδα να έχει ζήσει αυτό το «θεϊκό
άγγιγμα», την επικοινωνία στο επίπεδο που μόνο οι άνθρωποι που έχουν πάει εκεί
ξέρουν πως είναι. Εκεί που η Πλάση ολάκερη σου παραδίνεται μέσα στη γαλήνη της
Ευτυχίας, εκεί που οι δυο άνθρωποι γίνονται Ένα, ως «Κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωση»
του Δημιουργού τους. Δεν είναι όλοι έτοιμοι να το ζήσουν, οι περισσότεροι
αρκούνται σε σταλάγματα ευτυχίας για να θρέψουν τη ψυχή που έχει μάθει να
αρκείται στα λίγα και τα οφθαλμοφανή.
´Ήθελα να του πω «αχ,
καρδούλα μου, πόσο σε καταλαβαίνω…», μα αυτά τα πράγματα δεν λέγονται, ούτε
γράφονται, ειδικά όταν οι παλιές αγάπες είναι κομμάτι της ζωής του καθενός μας
και καλύτερα να μένουν στο συρτάρι της καρδιάς που ανοίγει μονάχα κάθε φορά που
ένα ερέθισμα, μια θύμηση, τον φέρνει ξανά στο νου.
Εύχομαι στην ανηφοριά της ζωής του καθενός μας, να υπάρχει
και το πλάτωμα όπου λαχανιασμένος ή αποκαρδιωμένος από τις προκλήσεις, βρίσκεις
το δέντρο που σου προσφέρει τη σκιά του, τον άνθρωπο που θα σε δροσίσει με την
καλοσύνη της καρδιάς του, εκεί όπου η καρδιά μπορεί να χτυπά ελεύθερα νιώθοντας
την Αγάπη να την πλημμυρίζει!
Όταν συναντάς μοναδικούς μέσα στην ιδιαιτερότητά τους,
ανθρώπους, ξέρεις πως τίποτε δεν έρχεται τυχαία στο διάβα μας. Η φώτιση συχνά
έρχεται όταν εγκαταλείπουμε τη πεπατημένη και τα εγκόσμια, αυτά που μας κρατούν
δέσμιους μιας πραγματικότητας που αντί να μας ωθεί να αυτοπραγματωθούμε, μας
περιορίζει στο να υπομένουμε καρτερικά, αυτόν τον βίο τον ανυπόστατο.
Ούτε εγώ μπορώ να σβήσω από τη μνήμη μου όσα πρωτόγνωρα
έζησα μαζί του, τότε. Δεν γίνεται γιατί είναι πια κομμάτι της προσωπικής μου
ιστορίας, αυτής που με έφερε μέχρι εδώ, σήμερα. Στη πορεία και εξιδανικεύσεις
υπάρχουν και αποσπασματικές μνήμες σε ένα ιδιοτελές σενάριο, για να ενισχύσεις
το ιδανικό πριν τη συντριβή, το ανύποπτο, που ήταν όμως τετελεσμένο.
Η ζωή όμως προχωρά και δεν συγκρίνεται, το πριν με το μετά,
το τότε με το σήμερα. Βρίσκω τον εαυτό μου συχνά, όταν με καταλαμβάνει η ανάγκη
της επαφής εκ των έσω, η επικοινωνία που δεν εκφράζεται με λόγια, παρά μόνο με τους
χτύπους της καρδιάς, να στρέφομαι στον σύντροφό μου και να του λέω «Μ’ αγαπάς?»
και να περιμένω να ακούσω τον ήχο της φωνής του, για να με καθησυχάσει, να
σταλάξει στη καρδιά μου μια σταγόνα γαλήνης και ηρεμίας, μέσα από αυτήν την
επιβεβαίωση.
Εμείς οι ιδιαίτεροι άνθρωποι, οι συμπορευτές και δεν το λέω
εγωιστικά αυτό, εμείς που βαδίζουμε το μονοπάτι της ζωής μας, μοναχικά,
ωθούμενοι από τα βιώματα και τις προδιαθέσεις μας, έχουμε καταλάβει πως η ζωή
δεν είναι στρωμένη με ρόδα, όμως δεν παύουμε να αναζητούμε το δικό μας Βασίλειο
του Άβαλον, εκεί που ο Βασιλιάς Αρθούρος του μύθου, θα ανακαλύψει το δικό μας κρυμμένο
Άγιο Δισκοπότηρο της ολοκλήρωσης της ύπαρξής μας.
Πολλά ματωμένα γόνατα, πολλές λοξοδρομήσεις στο μονοπάτι της
αποκάλυψης και ο Κακός ο Δράκος, να καραδοκεί για να αρπάξει κάποιο από τα
κομμάτια μας, ως τρόπαιο. Θα μας εξολοθρεύσει στο τέλος, το ξέρω, το έχουμε ήδη
αποφασίσει από τη στιγμή που τον επιλέξαμε ως αντίπαλο στην αρένα που τα
παίξαμε όλα για όλα, για να μας δοθεί μια ευκαιρία να ζήσουμε εν ειρήνη και η
μάχη αυτή δεν θα σταματήσει ποτέ, μέχρι να μας νικήσει, καρατομημένους από τον
άνισο αγώνα που διαλέξαμε.
Επειδή ποτέ δεν πρόκειται να ζήσουμε αυτά που η φαντασία
πλάθει ως σωσίβια λέμβο μπροστά στα αδιέξοδά μας και επειδή ανάμεσα στους
συμβιβασμούς και τις ήττες, υπάρχει το νερό στη πηγή που λέγεται Αγάπη και
Δύναμη για Ζωή, αυτό το «Μ’ αγαπάς?»,
είναι για μένα το σωσίβιό μου, το κράτημα του χεριού να μην σκοντάψω όταν δεν
βλέπω στο σκοτάδι, όταν είμαι η Μαριαλένα με τις αδυναμίες και την άγαρμπη
εξισορρόπηση με την αποδοχή της αναπηρίας, ως κομμάτι της ζωής μου, από ένα
σημείο κι ύστερα. Ναι, αυτό το «Μ’
αγαπάς?» είναι η σανίδα σωτηρίας μου.
Αν μπορείς να με καταλάβεις, αν μπορείς να δεις πίσω από όσα
μπορώ και δεν μπορώ να σου εκφράσω, όσα παραδέχομαι και όσα με ξεσκίζουν, όσα
κατάφερα και όσα δεν προσπάθησα καν να τα κάνω πραγματικότητα, από τον φόβο της
καταβαράθρωσης, κράτα μονάχα μια κουβέντα από μένα, σαν αντίλαλος στη σιωπή
ενός ιδιαίτερου ανθρώπου και δες το χέρι μου να ψάχνει να σ’ αγγίξει. «Μ’ αγαπάς?»
Marialena,
14/11/2012
(ήταν μέρες που το ένιωθα και σήμερα το εξέφρασα καρδούλα
μου…)